Ένα από τα κύρια πρόσωπα της Σταυρώσεως του Κυρίου ήταν και ο επικεφαλής του ρωμαϊκού στρατιωτικού αποσπάσματος Εκατόνταρχος, ο οποίος είχε διαταχθεί από τον Ρωμαίο επίτροπο Πόντιο Πιλάτο να επιστατήσει στην σταύρωση του Ιησού.
Η περίπτωση του Λογγίνου, είναι μία από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις εθνικών που στράφηκαν στον Χριστιανισμό, μέσω της δύναμης του Αγίου Πνεύματος και της Θείας Χάριτος
Γράφει ο Λάμπρος Σκόντζος Θεολόγος - Καθηγητής Θεολογικός σύμβουλος του Ιστολογίου "Πύρινος Λόγιος"
Τα ιερά Ευαγγέλια αναφέρονται στον Ρωμαίο αξιωματικό, εκατόνταρχο Κεντυρίωνα, τον επονομαζόμενο Λογγίνο, του οποίου το όνομα διέσωσε το απόκρυφο «Ευαγγέλιο του Νικοδήμου».
Το όνομά του ίσως προέρχεται από την ελληνική λέξη «λόγχη».
Πρόκειται για μία συμπαθή και εμβληματική μορφή, ο οποίος αν και συνέβαλλε στο μαρτύριο του Χριστού εκ καθήκοντος, μπόρεσε να κατανοήσει το άδικο πάθος Του και να διακηρύξει, κάτω από το Σταυρό, την θεότητά Του.
Σύμφωνα με πανάρχαια εκκλησιαστική παράδοση, γεννήθηκε στις αρχές του 1ου μ. Χ. αιώνα στην Καππαδοκία, στην κώμη Σανδιάλη. Ήταν ιουδαϊκής καταγωγής και έκανε επαγγελματική καριέρα τον ρωμαϊκό στρατό.
Μάλιστα, για την ανδρεία του και την σωφροσύνη του, έφτασε στο αξίωμα πού εκατόνταρχου, δηλαδή να διοικεί ομάδα εκατό στρατιωτών.
Την εποχή εκείνη έτυχε να υπηρετεί στην Παλαιστίνη, υπό τις διαταγές του Ρωμαίου διοικητή Πόντιου Πιλάτου.
Όταν ο Χριστός είχε παραδοθεί στον Πιλάτο, ως «εχθρός της Ρώμης», με την κατηγορία, «διαστρέφοντα το έθνος και κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, λέγοντα εαυτόν Χριστόν Βασιλέα είναι» (Λουκ.23,2) και καταδικαστεί «ένοχος θανάτου» (Ματθ.26,67), να πεθάνει ως κακούργος με σταυρικό θάνατο, είχε διαταχθεί να τεθεί επικεφαλής του αποσπάσματος της σταύρωσή Του, και μαζί των άλλων δύο ληστών.
Σύμφωνα με τις διηγήσεις των Ιερών Ευαγγελίων είδε και έζησε όλα εκείνα τα συνταρακτικά γεγονότα της σταυρώσεως. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβε την αθωότητά του και ένοιωσε βαθειά συμπάθεια για εκείνον.
Δεν αναφέρεται καμιά πράξη βιαιότητας από μέρους του. Παρακολουθούσε με οδύνη το θέατρο του παραλόγου και άκουγε με πόνο τις φωνασκίες και τις κατάρες των Ιουδαίων: «το αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα ημών» (Ματθ.27,25).
Άκουγε με πίκρα τους εμπαιγμούς κατά του παθόντα αθώου, μένοντας σκυθρωπός. Την ώρα που ο Χριστός εξέπνευσε, ολόκληρη η κτίση συνταράχτηκε και η γη σείστηκε συθέμελα και βυθίστηκε στο σκοτάδι, μέρα μεσημέρι, για τρεις ώρες, κατάλαβε ότι ο σταυρωθείς Ιησούς δεν ήταν απλός άνθρωπος και γι’ αυτό ομολόγησε ότι «αληθώς Θεού Υιός ην Ούτος» (Ματθ.27,54). Είναι η πρώτη ομολογία αλλόθρησκου, πέραν του κύκλου των μαθητών του Χριστού, για την θεότητα Του!
Καθήκον του ήταν επίσης να διαπιστώσει τον θάνατο των τριών εσταυρωμένων. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, από τον έλεγχο που έκανε βεβαιώθηκε ότι οι δύο ληστές ήταν ακόμη ζωντανοί και διέταξε κάποιον στρατιώτη να συντρίψει τα χέρια και τα πόδια τους να επιταχύνει ο θάνατός τους.
Αντίθετα, διαπίστωσε ότι ο Ιησούς είχε πεθάνει. Για να βεβαιωθεί ακριβέστερα, λόγχευσε την πλευρά του αχράντου Σώματός Του και από αυτή έρευσε αίμα και ύδωρ, που σημαίνει ότι ο θάνατος του Χρήστου ήταν πραγματικός.
Αναφέρει η παράδοση ότι το αίμα από την πλευρά του Χριστού έρευσε στο πρόσωπό του και τον θεράπευσε πάραυτα από ένα χρόνιο και επώδυνο οφθαλμικό νόσημα. Το γεγονός αυτό τον συντάραξε και του επιβεβαίωσε την πίστη του στη θεότητα του Χριστού.
Ακολούθως πήγε στον ηγεμόνα Πόντιο Πιλάτο για να αναφέρει την εκτέλεση της αποστολής του, διαβεβαιώνοντάς τον για τον θάνατο των καταδικασμένων. Ο Πιλάτος απόρησε για τον σύντομο θάνατο του Ιησού.
Μετά την ταφή του Κυρίου οι Ιουδαίοι ζήτησαν από τον Πιλάτο να βάλει φρουρά στον τάφο, για να αποτρέψει μία πιθανή κλοπή του σώματος του Χριστού από τους μαθητές του (Ματθ.28,13). Σε αυτόν ανατέθηκε και πάλι να τεθεί επικεφαλής στρατιωτικού αποσπάσματος, για την φύλαξη του τάφου.
Εκεί είχε ξανά την ευκαιρία και την ευλογία να ζήσει το θαυμαστό γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού. Μέσα στη νύχτα συνταράχτηκε, ο ίδιος και το απόσπασμα, διότι «σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ. ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών. ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί» (Ματθ.28,2-4).
Το συνταρακτικό γεγονός του στερέωσε έτι περισσότερο την πίστη στη θεότητα του Χριστού. Με συγκίνησε άκουσε τα λόγια του αγγέλου να αναγγέλλει την Ανάστασή Του στις Μυροφόρες και τους Αποστόλους!
Χωρίς να χάσει χρόνο πήγε στον Πιλάτο, στον οποίο εξιστόρησε το μεγάλο θαύμα, βεβαιώνοντάς τον ότι δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο κλοπής του σώματος του καταδικασμένου.
Όταν οι Ιουδαίοι τον πλησίασαν και προσπάθησαν να τον δωροδοκήσουν, για να πει ότι δήθεν κοιμήθηκε ο ίδιος και η φρουρά και οι μαθητές έκλεψαν το σώμα του Ιησού, αρνήθηκε κατηγορηματικά να δεχτεί κάτι τέτοιο, φωνάζοντας: «Τα μάτια μου είδαν το θαύμα και η ψυχή μου την αλήθεια. Σας διαβεβαιώνω ότι ούτε εγώ, ούτε οι δύο άλλοι στρατιώτες κοιμήθηκαν, έστω για λίγο. Η αλήθεια είναι πιο δυνατό από τα αργύριά σας. Μάταιο κόπο κάνετε να σκοτεινιάσετε αυτό που λάμπει περισσότερο από τον ήλιο. Εγώ θα εξακολουθώ να ομολογώ την Ανάσταση του Χριστού».
Κατόπιν ο Λογγίνος παραιτήθηκε από το αξίωμά του, έψαξε και βρήκε τους Αποστόλους, κατηχήθηκε και έλαβε το άγιο Βάπτισμα.
Ακολούθως αποσύρθηκε στην πατρίδα του την Καππαδοκία, στη Σανδιάλη, μαζί με δύο στρατιώτες του, οι οποίοι και αυτοί είχαν πιστέψει στο Χριστό, ιδρύοντας μία πρώιμη χριστιανική κοινότητα στην περιοχή εκείνη, ίσως την αρχαιότερη στην Μικρά Ασία.
Εκεί άρχισε να κηρύττει την χριστιανική πίστη, μεταστρέφοντας πολλούς συντοπίτες του Ιουδαίους και Εθνικούς στο Χριστό.
Αυτό εξόργισε τους φανατικούς Ιουδαίους, οι οποίοι τον μισούσαν θανάσιμα, επειδή βεβαίωσε την ανάσταση του Χριστού και μετέστρεφε ομοπίστους τους στην Εκκλησία.
Για να τον εκδικηθούν, τον κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο (14-37 μ.Χ.), για προδοσία κατά του ρωμαϊκού Κράτους διότι υποστήριξε έναν καταδικασμένο για έγκλημα κατά της Ρώμης.
Ο Τιβέριος αποδέχθηκε τις κατηγορίες και έδωσε διαταγή στον Πόντιο Πιλάτο να συλλάβει και να τιμωρήσει παραδειγματικά τον αποστάτη πρώην αξιωματικό πού ρωμαϊκού στρατού.
Αυτός έστειλε απόσπασμα στην Καππαδοκία να συλλάβει τον Λογγίνο και να τον οδηγήσει σε αυτόν για να τον τιμωρήσει.
Όταν έφτασε το απόσπασμα τη Σανδιάλη και εισέβαλε στο σπίτι του αναζητώντας τον, εκείνος ατάραχος δεν προσπάθησε να διαφύγει, αλλά παρέθεσε παράθεσε πλούσιο γεύμα και προσέφερε φιλοξενία στον επικεφαλής του αποσπάσματος και στους στρατιώτες. Αποδέχτηκαν με ευγνωμοσύνη την φιλοξενία, χωρίς να γνωρίζουν ποιος ήταν πραγματικά ο οικοδεσπότης.
Εν τω μεταξύ, οι στρατιώτες αναζητούσαν τον Λογγίνο στην περιοχή, χωρίς αποτέλεσμα. Ύστερα από κάποιες ημέρες αναζήτησης, χωρίς αποτέλεσμα και ενώ ήταν έτοιμοι να επιστρέψουν άπρακτοι στην Ιερουσαλήμ και να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της αποτυχίας τους, ο Λογγίνος τους αποκαλύφτηκε, ότι αυτός ήταν ο καταζητούμενος, αφήνοντάς τους άναυδους!
Μάλιστα τους προέτρεψε να τον συλλάβουν και εκτελέσουν διαταγή Πιλάτου του Πιλάτου! Εκείνοι με δισταγμούς, τον οδήγησαν έξω από την πόλη και τον αποκεφάλισαν, μαζί με τους δύο στρατιώτες του.
Για να βεβαιώσουν τον Πιλάτο την επιτυχή έκβαση της αποστολής τους, πήραν μαζί τους τα κεφάλι του Λογγίνου και των δύο στρατιωτών. Φτάνοντας στην Ιερουσαλήμτα προσκόμισαν στον Ρωμαίο ηγεμόνα, εκείνος τα πέταξε από το παράθυρο σε παρακείμενο βούρκο.
Αλλά δεν έμελλε να μείνει η τίμια κεφαλή του Λογγίνου στη βρώμα του βούρκου. Μία ευσεβής χήρα γυναίκα της Καππαδοκίας έτυχε να τυφλωθεί. Πίστεψε πως η τίμια κάρα του Λογγίνου θα της έδινε το φως της.
Γι’ αυτό πήρε την απόφαση να ταξιδέψει στην Ιερουσαλήμ να βρει και προσκυνήσει την τίμια κάρα του αγίου Μάρτυρα και επικαλεστεί τη βοήθειά του, με οδηγό και βοηθό το γιο της.
Όταν έφτασαν στην Ιερουσαλήμ ο γιος της αρρώστησε και πέθανε. Η γυναίκα γεμάτη θλίψη και απελπισία γύριζε στην αγία Πόλη, με έντονη την ελπίδα, ότι θα έβρισκε την τίμια κάρα.
Η Θεία Χάρις και η βοήθεια του Αγίου, την οδήγησαν στο βούρκο όπου ήταν ριγμένη. Παρακαλούσε τους περαστικούς να τη βοηθήσουν να φθάσει προς το μέρος της απορρίψεως των απορριμμάτων.
Φθάνοντας εκεί, άρχισε να ψάχνει τα βρομόνερα με τα χέρια, ώσπου ένιωσε ότι ψηλαφούσε ένα κρανίο. Μόλις το άγγιξε παραμερίστηκε το σκοτάδι στα μάτια της και είδε την κάρα του αγίου να λάμπει σαν τον ήλιο!
Με δάκρυα χαράς δοξολόγησε το Θεό και παίρνοντάς την στα χέρια της την ασπάσθηκε και την έφερε στο σπίτι που έμενε. Εκεί την καθάρισε, την μύρωσε, γεμίζοντας την ψυχή της με ουράνια αγαλλίαση.
Την άλλη μέρα είδε πάλι τον Άγιο Λογγίνο πλημμυρισμένο στο φως, με μάτια λαμπρά και κρατώντας από το χέρι το μοναχογιό της χαμογελαστό και ευτυχισμένο της είπε: «Μην κλαις, καλή μου, θα σου δείξω τον τόπο που βρίσκεται ο μοναχογιός σου, στη δόξα του Κυρίου, και θα ξαναβρείς το φως των ματιών σου. Θυμήσου όσα κάποτε σας είπα για το Χριστό, το Σωτήρα μας, για τα Πάθη και την Ανάστασή του, όσα είδα με τα μάτια μου. Και μάθε, ότι ο γιος σου βρίσκεται κοντά στον Ιησού».
Μετά από αυτό, η ευσεβής εκείνη γυναίκα έλαβε μεγάλη παρηγοριά. Πήρε την τίμια κάρα και επέστρεψε στην πατρίδα της την Καππαδοκία.
Την τοποθέτησε στο φτωχικό της, κάνοντάς το τόπο προσκύνησης μυριάδων πιστών της περιοχής και πηγή ιαμάτων χιλιάδων ασθενών.
Η μνήμη του εορτάζεται στις 16 Οκτωβρίου.
Έτσι δοξάζει ο Θεός όσους Τον τιμούν και έχουν αγαθή προαίρεση, όπως ο άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος, ο οποίος, αν και συνέβαλε, εκ καθήκοντος, στην σταύρωση του Θεανθρώπου Λυτρωτή μας, κατέγνωσε την αθωότητά Του, ομολόγησε την θεότητά Του και ο Θεός τον ανάδειξε πολύτιμο σκεύος της Χάρης Του!
Αυτό σημαίνει πως και ο μεγαλύτερος αμαρτωλός, εφ' όσον μετανοήσει ειλικρινά, συγχωρείται και σώζεται!
Αυτό είναι το μεγαλείο και η μοναδικότητα της χριστιανικής μας πίστεως!
Comments