top of page
sergioschrys

Κυπριακό: ”Κανένας δεν ξεχνά και τίποτα δεν ξεχνιέται”

Νόμιζα ότι μετά τον άτυχο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, η Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 ήταν το τελειωτικό χτύπημα στη Μεγάλη Ιδέα των Ελλήνων, αλλά έκανα λάθος...
...Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι από την ιδέα της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα (ενωτικό δημοψήφισμα 1959 στην Μεγαλόνησο) θα φτάναμε στον σπαραγμό της Κύπρου το 1974.

Στον σπαραγμό του Ελληνισμού, κατ’ ουσίαν, που έκαψε τα σωθικά μας γιατί ήταν «το έσχατο ναυάγιο της Μεγάλης Ιδέας, κοστολογημένο με την ισοπεδωτική γλώσσα των αριθμών: 200.000 πρόσφυγες και 2.000.000 (χάρτινες) λίρες Κύπρου ζημιά την ημέρα» (Γ.Π. Σαββίδης: ”Με μια πινέζα στην καρδιά”).


Ένα ναυάγιο που συνεχίζει να κατατρώει την εθνική μας συνείδηση και δεν πρόκειται να καθαριστεί απ’ αυτήν όσο είναι υπό τουρκική κατοχή η μισή σχεδόν Κύπρος. Δεν πρόκειται να καθαριστεί με διπλωματική, υλική και ηθική συμπαράσταση εκ μέρους μας, γιατί το χρέος των Ελλήνων στους αδελφούς μας Κυπρίους είναι χρέος τιμής.


Τιμής και εθνικής συνείδησης, για αποκατάσταση – έστω και 50 χρόνια μετά την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο – της εδαφικής της ακεραιότητας, για τον ακρωτηριασμό της οποίας φέρουν ολέθριες ευθύνες οι ελληνικές ηγεσίες μετά τις αποτυχημένες ελληνοτουρκικές συναντήσεις στο Κεσάν και την Αλεξανδρούπολη (τουρκικό και ελληνικό έδαφος, αντίστοιχα), που οδήγησαν στα γεγονότα της Κοφίνου και του Αγίου Θεοδώρου στην Κύπρο (Νοέμβριος 1967), περιοχών που διοικούνταν και ελέγχονταν από την τουρκική παραστρατιωτική οργάνωση ΤΜΤ με επικεφαλής αξιωματικό του τουρκικού στρατού.


Οδήγησαν, συγκεκριμένα, στην απονενοημένη επιχείρηση δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς Κύπρου υπό τον στρατηγό Γεώργιο Γρίβα κατά τουρκοκυπριακών θυλάκων (”Επιχείρηση Γρόνθος”), συνέπεια της οποίας ήταν η απόφαση της κυβέρνησης των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα να ανακαλέσει από το νησί την ”ασπίδα προστασίας” του (Δεκέμβριος 1967).


Την Ελληνική Μεραρχία, δηλαδή, την οποία είχε στείλει το 1954 ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου (υπό τη διοίκηση του Γρίβα ”Διγενή” και με σύμφωνη γνώμη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου), για να διασφαλίσει την ασφάλεια των Ελληνοκυπρίων από τη δράση Τούρκων παρακρατικών.


Για να διασφαλίσει την ασφάλεια των Ελληνοκυπρίων και όχι να δώσει αφορμές εκμετάλλευσης από τη μεριά μας στους Τούρκους μέσω επιθετικών, στρατιωτικών μας επιχειρήσεων στον τουρκοκυπριακό θύλακα της Μανσούρα (χωριού στα βόρεια παράλια της Πάφου), όπως έγινε τελικά… Γεγονός που εξόργισε τον Παπανδρέου, ο οποίος τηλεγράφησε αναστατωμένος στον Μακάριο: «Άλλα συμφωνούμε και άλλα πράττετε», του είπε.


Δήλωσε μάλιστα στον Κύπριο πρέσβη στην Αθήνα Νίκο Κρανιδιώτη (πατέρα του αείμνηστου Γιάννου): «Ηπατήθην, η επίθεσις ανελήφθη εν πλήρη αγνοία της Ελληνικής κυβερνήσεως και του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Είμαι βαθύτατα αγανακτισμένος» (Ν. Κρανιδιώτης: ”Ανοχύρωτη πολιτεία: Κύπρος, 1960-1974”).


Ωστόσο το ποτάμι δεν γυρνούσε πίσω. Η Τουρκία βρήκε την αφορμή που ζητούσε και έστειλε τελεσίγραφο στην Ελλάδα. Η ”αψυχολόγητη” (όπως φάνηκε αρχικά) ανάκληση της Ελληνικής Μεραρχίας στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του ’67 ήταν μια αναγκαιότητα που μας ”υπαγόρευσε” η Τουρκία ξέροντας ότι η αποχώρησή της από την Κύπρο θα είχε μακροχρόνια αρνητικά αποτελέσματα για την ελληνοκυπριακή πλευρά και θα άνοιγε το δρόμο προς διευκόλυνση των σχεδίων της.


Η αλήθεια για το Κυπριακό

Και αυτή είναι η αλήθεια. «Η αποχώρηση του Γρίβα και του ελληνικού στρατού από το νησί υπονόμευσε την αμυντική ικανότητα της Κύπρου, χωρίς να εξασφαλιστεί καμιά υπόσχεση εκ μέρους της Τουρκίας να σεβαστεί την κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητά της, αποδεικνύοντας στους Τούρκους (για άλλη μια φορά) ότι η Ελλάδα δεν είχε τη θέληση ή την ικανότητα να υπερασπίσει την νήσο» (Β. Κουφουδάκης: ”Το Κυπριακό, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και οι υπερδυνάμεις 1960-1986”)


Έτσι εξηγείται, ως εκ τούτου, το πλέγμα της συλλογικής ευθύνης και ενοχής που κουβαλάμε εμείς οι ημεδαποί στο θέμα της άδικης μοίρας της Κύπρου, για να μην αναφερθώ σε παλαιότερα κρίματά μας (βλ. Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου 1959, που έκαναν την Τουρκία συνεγγυήτρια της οδεύουσας προς ανεξαρτησία Κυπριακής Δημοκρατίας, μαζί με τις προϋπάρχουσες: Ελλάδα και Βρετανία).


Ευθύνης που κουβαλάμε και θα κουβαλάμε μέχρι να δούμε την υπό τουρκική κατοχή βόρεια Κύπρο ελεύθερη και ενωμένη με την ακρωτηριασμένη επί μισό αιώνα Κυπριακή Δημοκρατία. Γιατί η Κύπρος δεν ”κείται μακράν” και δεν θα ”κείται μακράν” ποτέ για μας ιστορικά, πολιτιστικά, θρησκευτικά, γλωσσικά, ψυχικά και συναισθηματικά.


Μας συνδέουν μαζί της οι συνεκτικοί δεσμοί που αναφέρει ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του (”Ιστορίαι”, Ουρανία, 144): «Το ελληνικόν εόν όμαιμόν τε και ομόγλωσσον και θεών ιδρύματα κοινά και θυσίαι ή θεά τε ομότροπα» (Υπάρχει και το ελληνικό έθνος από το ίδιο αίμα και με την ίδια γλώσσα μ’ εμάς, με το οποίο έχουμε κοινά ιερά των θεών και κοινές θυσίες και ήθη κοινά, μετάφραση Άγγελου Βλάχου, ”Γαλαξίας”, 1971).

Η Κύπρος ανήκει στης ”Ρωμιοσύνης τη φυλή” διαχρονικά και έζησε βίο παράλληλο με αυτόν της Ελλάδας, αν θυμηθούμε το Σεφέρη, ο οποίος – κατά την επίσκεψή του στη Σαλαμίνα το 1953 – παραλλήλισε τους Πέρσες της ναυμαχίας της Σαλαμίνας το 480 πΧ (Αισχύλος: ”Πέρσαι”) με τους Άγγλους της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο (1878-1960).


Ένας παραλληλισμός που τον ενέπνευσε να γράψει το ποίημα ”Σαλαμίνα της Κύπρος” (από τη συλλογή ”Kύπρον ού μ’ εθέσπισεν”, με ένδειξη ”Στον κόσμο της Kύπρου Mνήμη και Aγάπη”). Ποίημα όπου επιβεβαιώνεται η αδιάκοπη και έντονη παρουσία της Ελλάδας (δια του πολιτισμού της) στην Μεγαλόνησο αρχαιόθεν (από τη δεύτερη χιλιετία π Χ, συγκεκριμένα, και καθ’ όλη τη διάρκεια της ελληνικής ιστορίας ως τις μέρες μας).


“Δικαιολογώντας” τα αδικαιολόγητα…

Λόγος που εξηγεί ”γιατί” και ”πώς” ο ελληνικός πολιτισμός διαμόρφωσε την κυπριακή κοινωνία προσδίδοντάς της ιδιάζοντα χαρακτηριστικά στην εθνολογική της σύνθεση, τη γλώσσα, τα τοπωνύμια, τη θρησκεία και τις παραδόσεις της. Λόγος που εξηγεί γιατί η δήλωση «Η Κύπρος κείται μακράν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή (που έγινε στις 14 Αυγούστου 1974, κατά τη διάρκεια του Αττίλα 2) – ακόμα και αν υπέκρυπτε την ειλικρινή ομολογία της στρατιωτικής αδυναμίας της Ελλάδας για συνδρομή στην Μεγαλόνησο – ήταν άστοχη, ατυχής και άκαρδη.


Κι αυτό γιατί, στην πιο συγκλονιστική στιγμή εθνικής επιβίωσης της αιμάσσουσας Κύπρου, την ώρα που οι Τούρκοι εισβολείς προήλαυναν σφάζοντας, βιάζοντας και εκτοπίζοντας δεκάδες χιλιάδες Έλληνες, βρήκε την ώρα να το πει. Βρήκε την ώρα (ο πρωθυπουργός με την επιτυχή συμβολή στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας) να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα λέγοντας επί λέξει:


«Η ένοπλος αντιμετώπισις των Τούρκων εις την Κύπρον καθίσταται αδύνατος και λόγω αποστάσεως και λόγω των γνωστών τετελεσμένων γεγονότων και δεν ήτο δυνατόν να επιχειρηθεί χωρίς τον κίνδυνο εξασθενήσεως της αμύνης αυτής ταύτης της Ελλάδος», ξεχνώντας ότι «στα κόκκαλα Ελλήνων ηρώων της Κύπρου παλιννόστησε η Δημοκρατία στην Ελλάδα», όπως λέει ο εξαίρετος Κύπριος δημοσιογράφος Σάββας Ιακωβίδης.


Το Κυπριακό δεν πρέπει να ξεχαστεί


Ιστορικό λάθος του Κωνσταντίνου Καραμανλή το ’74, που θεωρείται ”φυσική συνέχεια” της ανεπίτρεπτης δήλωσης του πολιτικού αντιπάλου του Γεωργίου Παπανδρέου (αντιπροέδρου στην κυβέρνηση Ν. Πλαστήρα το ’50): «Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, το δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν».


Φυσικά, δεν ξεχνάμε τις μέγιστες ευθύνες των Ελλήνων δικτατόρων της Χούντας και των φερέφωνων της στην Μεγαλόνησο (Παπαδόπουλο – Ιωαννίδη – Σαμψών και λοιπούς ομοϊδεάτες τους πολιτικούς και στρατιωτικούς) για τα όσα εγκληματικά έγιναν σε κρίσιμες περιόδους στην Κύπρο.


Κανένας δεν ξεχνά και τίποτα δεν ξεχνιέται’‘, όπως λέει ένα σύνθημα των Κυπρίων αδελφών μας. Δεν ξεχνάμε και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι τις αγριότητες των Τούρκων τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974, γιατί δεν έχουμε το δικαίωμα να το κάνουμε.


Αν ξέχασαν κάποιοι λίγοι την ημικατεχόμενη Κύπρο, οι πολλοί – ευτυχώς – έχουν μνήμη και καρδιά και δεν την ξεχνούν. Δεν την ξεχνούν και μάχονται, από όποιο μετερίζι κι αν βρίσκονται, για τη δικαίωση και την απελευθέρωσή της.


0 comments

Comments


bottom of page