Ένα βρώμικο και χαμερπές ανθελληνικό τέρας, που κατάφερε όχι μόνο να καταστρέψει την Ελλάδα, που όχι μόνο κατάφερε να την υποδουλώσει στους Αμερικανοευρωπαίους, αλλά κατάφερε και να διχάσει το ίδιο το κόμμα που τον ανέδειξε!
Γράφει ο Μανώλης Κωττάκης
Το φθινόπωρο του 2023, αμέσως μετά τις εθνικές εκλογές και το πέρας της Διεθνούς Εκθέσεως, δείπνησα με εκλεκτή παρέα Θεσσαλονικέων φίλων και έναν κορυφαίο πρώην υπουργό της Ν.Δ. στο ρεστοράν «Β» στον αύλειο χώρο του Βυζαντινού Μουσείου Θεσσαλονίκης.
Επρόκειτο για έναν υπέροχο προορισμό, στέκι όλων των πνευματικών ανθρώπων της αστικής Θεσσαλονίκης (χωρίς να απουσιάζουν από αυτόν τα δυναμικά μεσαία στρώματα της πόλης), επικεφαλής του οποίου ήταν μια δραστήρια επιχειρηματίας: η Χρύσα Κονιόρδου.
Γράφω «ήταν», γιατί το εμβληματικό «Β», οι εσωτερικοί χώροι του οποίου επικοινωνούσαν και οδηγούσαν απευθείας στις εκθέσεις του μουσείου, έκλεισε λίγους μήνες μετά την κατακύρωση του ακινήτου στη γνωστή εταιρία με τις τυρόπιτες, που κατήγγειλε ο Μάριος Σαλμάς.
Της ζητήθηκε από τον πλειοδότη μίσθωμα τριπλάσιο από αυτό που κατέβαλλε στο υπουργείο Πολιτισμού και, μην μπορώντας να το αντέξει, αποχώρησε. Όλοι οι υπουργοί και οι βουλευτές της Ν.Δ., οι οποίοι ήταν και θαμώνες, γνώριζαν τι συνέβαινε στο παρασκήνιο, αλλά επειδή ήξεραν με ποιους θα «τα έβαζαν» στην Αθήνα αν παρενέβαιναν, μοιραίοι και άβουλοι ως συνήθως, σιώπησαν. Ο φόβος φυλούσε τα έρημα.
Το ρεστοράν του πολιτισμού έκλεισε και μέχρι σήμερα δεν άνοιξε ποτέ υπό νέα διεύθυνση. Όπως δεν έχει ανοίξει ούτε η ιστορική «Αίγλη» του Ζαππείου, τον διαγωνισμό για την εκμετάλλευση της οποίας κέρδισε το ίδιο σχήμα με ευρύτερη μετοχική σύνθεση προ έτους. Ο πλειοδότης το «πάει» από παράταση σε παράταση και η νέα διοίκηση του Ζαππείου τού τις δίνει.
Ρώτησα εκείνη τη φθινοπωρινή ημέρα στη Θεσσαλονίκη την ιδιοκτήτρια του «Β» πώς πάνε τα πράγματα, αγνοούσα τι ακριβώς είχε συμβεί με τον διαγωνισμό του υπουργείου Πολιτισμού, και η γυναίκα μού άνοιξε την καρδιά της.
Μου είπε πως όλη η πόλη ξέρει τι έχει συμβεί με τον διαγωνισμό. Μου ανέφερε το όνομα ενός υφυπουργού, ενός βουλευτή και μερικά ακόμα αθηναϊκά ονόματα πρώτης γραμμής.
Ήταν έξω φρενών γιατί, όπως μου ανέφερε, δεν μπόρεσε καν να συμμετάσχει στον διαγωνισμό, καθώς δεν πληρούσε τον φωτογραφικό όρο να έχει η επιχείρηση της τζίρο 1 εκατομμυρίου ευρώ για να λάβει μέρος. Αποχώρησε τελικώς στις 31 Δεκεμβρίου και το θρυλικό «Β» πέρασε στην Ιστορία.
Και ύστερα ψάχνει ο αστός πρωθυπουργός γιατί δεν τον αγαπούν στη Θεσσαλονίκη.
Είναι απλό γιατί δεν τον αγαπούν.
Η πολιτική είναι τα μεγάλα, όπως το μετρό, είναι όμως και τα μικρά, οι νησίδες οξυγόνου κάθε πόλης. Η διάλυση ενός χώρου πολιτισμού και η μη αντικατάστασή του από έναν ισοδύναμο, της ίδιας αισθητικής, έχει πολιτικό κόστος.
Η ιδιοκτήτρια του ρεστοράν βρήκε τον δρόμο της ανοίγοντας μια νέα επιτυχημένη επιχείρηση στον Ναυτικό Όμιλο της Καλαμαριάς, αλλά είμαι βέβαιος ότι, αν ψήφιζε Ν.Δ., θα μαύριζε αυτή και όλη η οικογένειά της το κόμμα στις ευρωεκλογές. Και βεβαίως θα εξηγούσε αηδιασμένη τους λόγους. Τα πρόσωπα και οι πρακτικές.
Τα πρόσωπα διότι ξεκινούν από τη Θεσσαλονίκη και φθάνουν μέσα στο Μαξίμου και στα πέριξ αυτού. Τις πρακτικές, γιατί όλη η αγορά γνωρίζει ότι τα 250.000 ευρώ που είναι το τίμημα για τα 100 κυλικεία αντιστοιχούν στο ετήσιο μίσθωμα ενός ακινήτου επί δύο για ένα ακίνητο μαγαζί γωνία που πουλά τυρόπιτες στο λιμάνι της Πάρου.
Το ένα μίσθιο στοιχίζει το διπλάσιο από 100.
Αυτοί είναι οι αληθινοί λόγοι που ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέγραψε τον βουλευτή Μάριο Σαλμά. Διότι, είτε εν γνώσει του είτε εν αγνοία του, «πάτησε» την κόκκινη γραμμή και την πέρασε, πλησιάζοντας κοντά στον πρωθυπουργό.
Η διαγραφή του έχει προληπτικό χαρακτήρα. Να αποθαρρύνει όποιον βουλευτή ήθελε τυχόν να «σκαλίσει» υποθέσεις που στοχεύουν τόσο κοντά σε αυτόν. Με την πολιτική τρομοκρατία, τις διαγραφές και την απειλή της μη περίληψης στα ψηφοδέλτια της Ν.Δ. κλείνουν στόματα.
Το πρόβλημα όμως για τον Μητσοτάκη είναι πως αυτό που θέλει να αποφύγει ήδη το υφίσταται.
Ο κόσμος το ‘χει τούμπανο.
Μπορεί να μην ακούμε τίποτα στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα και να διαγράφεται ένας βουλευτής που του τα είπε όλα σε συνάντηση που είχε κατ’ ιδίαν μαζί του στο γραφείο του και στην κλειστή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, αλλά η κοινωνία τα ξέρει όλα.
Ο ψίθυρος υπό μορφήν εμπιστευτικής εξομολόγησης από τον έναν στον άλλον είναι πιο διαβρωτικός από την ανοικτή πολιτική αντιπαράθεση στο ρινγκ.
Τον ψίθυρο δεν μπορείς να τον απαντήσεις, άρα και να τον αντιμετωπίσεις. Τον ψίθυρο τον ανακαλύπτεις στις μετρήσεις και τον υφίστασαι στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Επί πέντε μήνες η άποψη του 80% των Ελλήνων για τον γάμο των ομoφυλόφιλων ζευγαριών ήταν εξαφανισμένη από τα κεντρικά συστημικά κανάλια ενημέρωσης.
Επιτελείς μεγάλου ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού με ενημέρωσαν μάλιστα ποιοι τους ζήτησαν να σταματήσουν να με καλούν στις εκπομπές τους.
Επί πέντε ολόκληρους μήνες όμως όλη η Ελλάδα συζητούσε σιωπηρά χωρίς θόρυβο στα καφενεία, στα οικογενειακά τραπέζια, στις εξόδους, στα social media, κάτω από τα ραντάρ των δημοσκόπων την ενόχλησή της γι’ αυτή την ερμαφρόδιτη Ν.Δ. και, όταν ήρθε η ώρα στις ευρωεκλογές, την τιμώρησε «αιφνιδιαστικά» με θόρυβο.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και τώρα. Όλη η αγορά ξέρει τι γίνεται. Ξέρει, μιλά κι αυτή αγανακτισμένη κάτω από τα ραντάρ για την κατάργηση του ανταγωνισμού και για την έξαρση της διαφθοράς στον δημόσιο τομέα και, όταν θα έρθει η ώρα, θα κάνει αυτό που νομίζει.
Επειδή πολλοί επιχειρηματίες, μικροί και μεγάλοι, δεν μιλούν ανοικτά για τις δυσαρέσκειές τους και μοιράζουν τα χαμόγελά τους στο Μαξίμου, δημιουργούνται αυταπάτες.
Να μη δημιουργούνται. Την κρίσιμη ώρα θα κάνουν αυτό που πρέπει. Θα εγκαταλείψουν.
Η ιστορία, όπως εξελίσσεται, μοιάζει με το 1990-1993, αλλά δεν είναι η ίδια. Ο αντίπαλος του κυρίου Μητσοτάκη δεν είναι οι βουλευτές του, δεν κινδυνεύει να πέσει από αυτούς. Ο μεγάλος του αντίπαλος είναι ο εαυτός του και οι εντολοδόχοι των βουλευτών του, οι πολίτες.
Από το 41% που έλαβε στις εθνικές εκλογές κρατά σήμερα με το ζόρι στην πρόθεση ψήφου το 21%-22%, το άλλο 21% ευρίσκεται στα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά του, που ενισχύθηκαν από τις διαρροές της Ν.Δ. (κέρδισαν 7 μονάδες από αυτήν στις μετρήσεις ) και ένα μικρό μέρος πήγε στο ΠΑΣΟΚ. Και αν εκλεγεί η Άννα που κακώς νομίζει ότι την έχει στο τσεπάκι του, θα φύγει μεγαλύτερο.
Διαγράφοντας τον Μάριο Σαλμά που έχει έναν στρατό που τον ακολουθεί πιστά στην κάλπη από τις εκλογές του 1993 ο «σοφός» πρωθυπουργός διευκολύνει τη μετακόμιση και άλλου κόσμου που ψήφιζε μια ζωή Ν.Δ. στα κόμματα που είναι στα δεξιά της Ν.Δ.!
Ας συνεχίσει λοιπόν να διαγράφει βουλευτές. Κάθε διαγραφή θα ισοδυναμεί με νέα απώλεια ψήφων, η οποία θα επιτείνεται όσο ο κύριος πρωθυπουργός θα μιλά υπέρ της «παγκόσμιας διακυβέρνησης» και υπέρ «της επικράτησης του παγκόσμιου συμφέροντος έναντι του εθνικού συμφέροντος».
Δεν φθάνει που δεν είναι ταυτισμένος με τη βάση του, αγνοεί τις ευαισθησίες της και κάνει τα πάντα για να την προκαλέσει.
Comentarios