top of page

Έφυγε από τη ζωή η μεγάλη ντίβα Κλαούντια (Κλαύδια) Καρντινάλε!

  • sergioschrys
  • 25 Σεπ
  • διαβάστηκε 4 λεπτά

Σινεμά, ζωή και ελευθερία: Η Κλαούντια Καρντινάλε μέσα από τα λόγια της...


ree

«Έχω ζήσει περισσότερες από 150 ζωές – πόρνη, αγία, ρομαντική…»


Η είδηση του θανάτου της Κλαούντια Καρντινάλε σε ηλικία 87 ετών σκόρπισε θλίψη σε ολόκληρο τον κόσμο του κινηματογράφου. Η Καρντινάλε, σύμβολο της γοητείας και της ανεξαρτησίας στο μεταπολεμικό ιταλικό σινεμά, απόλαυσε μια μακρά και πολυσχιδή καριέρα τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα με τις ερμηνείες και την ακατάλυτη προσωπικότητά της.


Γεννημένη στην Τύνιδα σε οικογένεια σικελικής καταγωγής, η Καρντινάλε γνώρισε τον κόσμο του κινηματογράφου το 1957, όταν κέρδισε έναν διαγωνισμό ομορφιάς στην Τύνιδα απολαμβάνοντας ως έπαθλο ένα ταξίδι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Η φωνή της, χαρακτηριστική και βραχνή, έπρεπε να ντουμπλαριστεί στις πρώτες ιταλικές της εμφανίσεις, καθώς μεγάλωσε σε οικογένεια που μιλούσε σικελικό ιδίωμα και είχε εκπαιδευτεί σε γαλλόφωνο σχολείο.


Η αρχή της καριέρας της επιφύλασσε και προσωπικές δυσκολίες. Η Καρντινάλε είχε μια μυστική εγκυμοσύνη ως αποτέλεσμα μιας κακοποιητικής σχέσης και γέννησε τον γιο της, Πάτρικ, στο Λονδίνο το 1958, παρουσιάζοντάς τον για αρκετά χρόνια ως μικρότερο αδελφό, ενώ εκείνος μεγάλωνε υπό τη φροντίδα των γονιών της.


Η διεθνής αναγνώριση ήρθε το 1963, όταν πρωταγωνίστησε στο «8 ½» του Φελίνι και ταυτόχρονα στο «Γατόπαρδο» του Λουκίνο Βισκόντι, δίπλα στον Μπαρτ Λάνκαστερ. Οι δυσκολίες ήταν πολλές, με την Καρντινάλε να αλλάζει χρώμα μαλλιών για τις δύο διαφορετικές ταινίες. Η ίδια περιέγραφε τη διαφορά των σκηνοθετικών μεθόδων: «Με τον Φελίνι δεν υπήρχε σενάριο, μόνο αυτοσχεδιασμός. Στο πλατό έπρεπε να φωνάζουμε και να τραγουδάμε καθώς εκείνος αγαπούσε τον θόρυβο, την αναρχία. Ο Βισκόντι ήταν το αντίθετο -ούτε χαμόγελο δεν επιτρεπόταν. Όλα ήταν σαν θέατρο, προσεκτικά σχεδιασμένα».


Η σχέση της με τον Βισκόντι ήταν βαθιά και προσωπική: «Από την πρώτη στιγμή που με είδε, με αγάπησε. Μου έλεγε: “Θυμήσου Κλαούντια, πρέπει να χωρίζεις το στόμα από τα μάτια. Τα μάτια να λένε το αντίθετο από ό,τι λες”. Η εμπειρία ήταν μαγική, παρόλο που τα γυρίσματα στη Σικελία ήταν δύσκολα, με βαριά φορέματα και σφιχτό κορσέ. Όταν τελείωσα είχα αίμα γύρω από τη μέση μου».


Η συνεργασία της με τον Μπαρτ Λάνκαστερ ήταν επίσης καθοριστική: «Ήρθε στη Σικελία πολύ πριν από τα γυρίσματα για να παρατηρήσει τον κόσμο, να νιώσει τους ανθρώπους. Η ερμηνεία του ως Δον Φαμπρίτσιο Κορμπέρα, πρίγκιπα της Σαλίνα, είναι από τις καλύτερες που έχω δει ποτέ. Ήταν υπέροχος, επαγγελματίας, γοητευτικός».


Μέσα στα χρόνια η Καρντινάλε αναφέρθηκε στο Χόλιγουντ, καθώς συμμετείχε σε ταινίες όπως «Ο Ροζ Πάνθηρας» του Μπλέικ Έντουαρντς και φυσικά στο «Κάποτε στη Δύση» του Σέρτζιο Λεόνε. Σχετικά με την εμπειρία της με τον Λεόνε, η Καρντινάλε είχε πει: «Είναι τρομερό ότι ο Σέρτζιο Λεόνε εφηύρε έναν ολοκληρωτικά νέο τρόπο κινηματογράφησης – τις λεπτομέρειες, τα μάτια, τα χέρια- φανταστικό».


Παράλληλα, υπενθύμιζε: «Κι όμως, στην Ιταλία θεωρούνταν σκηνοθέτης δεύτερης κατηγορίας, όχι μεγάλος σκηνοθέτης.» Η μεθοδικότητα και η καινοτομία του Λεόνε, η μουσική του Μορικόνε και η κινηματογράφηση στις έρημες τοποθεσίες, όπως η Monument Valley, της επέτρεψαν να μεταμορφώνεται πλήρως στους χαρακτήρες που ενσάρκωνε.


Η καριέρα της Καρντινάλε γνώρισε κάμψη τη δεκαετία του 1970, μετά τον χωρισμό της από τον παραγωγό Φράνκο Κριστάλντι, όταν ξεκίνησε μια μακροχρόνια σχέση με τον σκηνοθέτη Πασκουάλε Σκουιτιέρι, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, επίσης ονόματι Κλαούντια. Ο Κριστάλντι ζήτησε από φίλους και συνεργάτες του στον ιταλικό κινηματογράφο να την περιθωριοποιήσουν, με αποτέλεσμα, για παράδειγμα, ο Βισκόντι να την απορρίψει για την τελευταία του ταινία, Ο Αθώος του 1976. Από εκείνη τη δύσκολη περίοδο, η ίδια θυμόταν: «Ήταν μια πολύ τεταμένη περίοδος, καθώς είχα ανακαλύψει ότι δεν είχα καθόλου χρήματα στον τραπεζικό μου λογαριασμό».


Τελικά, ο Φράνκο Τζεφιρέλι ήρθε να τη στηρίξει, δίνοντάς της ρόλο στη μίνι σειρά «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ» του 1977. Στη συνέχεια, συνέχισε να συνεργάζεται με άλλους Ευρωπαίους σκηνοθέτες, όπως ο Βέρνερ Χέρτζογκ και ο Μάρκο Μπελόκιο.


Η Καρντινάλε ήταν μια γυναίκα με ισχυρή αίσθηση ανεξαρτησίας και ελευθερίας, που δεν δίστασε να αψηφήσει συμβάσεις και κοινωνικούς κανόνες. Δικαίως είχε αποκτήσει τη φήμη μιας ελεύθερης ψυχής που υπερασπίστηκε με πάθος τα δικαιώματα των γυναικών. Όπως δήλωνε η ίδια: «Με πάθος και αφοσίωση θα παραμείνω προσηλωμένη στις ανάγκες των γυναικών και θα αγωνιστώ ασταμάτητα για τα δικαιώματά τους».


Για εκείνη, η γυναικεία δύναμη αποτελούσε πηγή ζωής και έμπνευσης: «Πάντα θεωρούσα τις γυναίκες πολύ πιο δυνατές από τους άνδρες, επειδή οι γυναίκες δίνουν ζωή».


Στην πορεία της, υπήρξε πιστή στην ιδέα ότι η προσωπική και η καλλιτεχνική ελευθερία είναι απαραίτητες: «Ο γάμος λειτουργεί καλύτερα αν και οι δύο σύντροφοι παραμείνουν ανύπαντροι για λίγο».


Παράλληλα, η ίδια διατήρησε πάντα ένα μυστήριο γύρω από την προσωπικότητά της: «Ποτέ δεν ένιωσα ότι το σκάνδαλο ή η εξομολόγηση ήταν απαραίτητα για να είσαι ηθοποιός. Δεν έχω αποκαλύψει ποτέ τον εαυτό μου ή ακόμα και το σώμα μου στις ταινίες. Το να διατηρείς μια αίσθηση μυστηρίου είναι πολύ σημαντικό».


Η Καρντινάλε συνέχισε να εργάζεται έως μεγάλη ηλικία: «Το απίστευτο είναι ότι είμαι 75 και ακόμη δουλεύω». Η ίδια επέλεγε να εργάζεται στην Ευρώπη και την Αμερική, χωρίς να δεσμεύεται με αποκλειστικά συμβόλαια, και επέστρεφε συχνά στην Ευρώπη για σημαντικές παραγωγές. Με το θέατρο ασχολήθηκε κυρίως γύρω από το τέλος της καριέρας της, λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές.


Με τη βραχνή φωνή και τη συνήθεια να καπνίζει ασταμάτητα, η Καρντινάλε είχε τη φήμη μιας σφοδρά ανεξάρτητης, ελεύθερης γυναίκας, που κάποτε αψήφησε το πρωτόκολλο του Βατικανού εμφανιζόμενη σε συνάντηση με τον Πάπα Παύλο ΣΤ΄ φορώντας μίνι φούστα. Συνέχισε να εμφανίζεται σε ταινίες και σειρές μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής της, όπως η ελβετική σειρά Bulle το 2020.


Τιμήθηκε με το βραβείο συνολικής προσφοράς στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 2002, όπου είχε δηλώσει ότι η υποκριτική υπήρξε για εκείνη μια υπέροχη πορεία: «Έχω ζήσει περισσότερες από 150 ζωές – πόρνη, αγία, ρομαντική, κάθε είδους γυναίκα – και είναι θαυμάσιο να έχεις την ευκαιρία να μεταμορφώνεσαι συνεχώς. Έχω συνεργαστεί με τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες, οι οποίοι μου έδωσαν τα πάντα».


Η απώλειά της αφήνει ένα μεγάλο κενό στον κόσμο του σινεμά, αλλά η Κλαούντια Καρντινάλε παραμένει ζωντανή μέσα από τις ερμηνείες της, τις ατάκες της και την ακατάλυτη προσωπικότητα που έκανε τις ταινίες της μοναδικές και τις ζωές που ενσάρκωσε αιώνιες.


Σχόλια


ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ και ΜΕΙΝΕΤΕ...ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΙ

Thanks for submitting!

  • Grey Twitter Icon
  • Grey LinkedIn Icon
  • Grey Facebook Icon

© 2024 by Pirinos Logios. Powered and secured by Wix

bottom of page