Ένας Γερμανός παπικός, αποδομεί και γκρεμίζει το ξόανο του Φραγκίσκου!
- sergioschrys
- 26 Απρ
- διαβάστηκε 4 λεπτά
Υποτίθεται ότι ήταν ο Βράχος. Ο διάδοχος του Πέτρου. Αυτό που εισπράξαμε ήταν μια ολίσθηση, ένας αναστεναγμός, μια αποσύνθεση ντυμένη στα λευκά

Το Βατικανό έπαψε να είναι φρούριο και έγινε στρατόπεδο προσφύγων, με τις πύλες του να ανοίγουν διάπλατα σε κάθε ξένο, σε κάθε άπιστο, σε κάθε αλλόθρησκο, σε κάθε αλλόφυλο, σε κάθε φωνή που απαιτούσε να εισέλθει διαμαρτυρόμενος και εξοργισμένος. Η Παρακμιακή Woke-Εκκλησία του Πάπα Φραγκίσκου...
Γράφει ο Constantin von Hoffmeister
Μετάφραση - Απόδοση Τρικλοποδιά
Ο Πάπας Φραγκίσκος μιλούσε με #hashtags (#ετικέτες) & soundbites, ζητώντας συγγνώμη για τις αμαρτίες της Δύσης από εκείνους που έκαψαν τους καθεδρικούς ναούς της.
Η αμαρτία διαλύθηκε σε βάσανα.
Η τάξη κατέρρευσε σε ενσυναίσθηση.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού μετατράπηκε σε εγχειρίδιο διαχείρισης λαθρομεταναστών του παγκόσμιου Νότου, που διανεμήθηκε σαν φυλλάδιο σε ένα ελίτ συμπόσιο στο ορεινό Νταβός. Ο Πάπας Φραγκίσκος γονάτισε μπροστά στην κάμερα. Θρηνούσε για τους «μη καταγεγραμμένους» λαθρό, ενώ τα αγέννητα βρέφη που σφαγιάζονται κατά εκατομμύρια ξεχάστηκαν.
Ο ποιμένας της παράδοσης απομακρύνθηκε από τα Ιερά Βιβλία. Οι Λατινικές θείες λειτουργίες περιορίστηκαν.
Οι μπαρόκ σκιές του θυμιάματος και της ενοχής διασκορπίστηκαν. Στη θέση τους κυμάτιζαν σημαίες του ουράνιου τόξου στην πλατεία του Αγίου Πέτρου.
Εκφωνούσε πύρινες ομιλίες για την «συμπερίληψη», κήρυξε «ανεκτικότητα» στο αφύσικο, επέμενε ότι η Εκκλησία πρέπει να «καλωσορίζει» όσους θα την απομυθοποιούσαν.
Τα λόγια του για το κλίμα έμοιαζαν με εκείνα των γραφειοκρατών της άνετης πολυθρόνας των Βρυξελλών.
Οι απόψεις του για τον καπιταλισμό απηχούσαν τα λόγια των συνδικαλιστών του Μπουένος Άιρες.
Για τα σύνορα, μιλούσε σαν να μην υπήρχαν ποτέ κλειδαριές και κατώφλια.
Οι εγκύκλιοι του αντανακλούσαν τις λευκές βίβλους του ΟΗΕ.
Στην εγκύκλιό του Fratelli Tutti («Όλοι Αδελφοί»), κάθε αδελφός γινόταν ίδιος, κάθε ψυχή έπρεπε στριμωχτεί στην βαρετή ομοιότητα.
Το θείο μετατράπηκε σε ισότητα & δικαιοσύνη επί της γης. Το Σώμα του Χριστού τεμαχίστηκε σε ΜΚΟ και ποσοστώσεις μεταναστών.
Το σύνθημα του “Όλοι Αδελφοί”, (“Fratelli Tutti”) ήταν η ερωτική του επιστολή προς τον παρηκμασμένο κόσμο, όχι στον πληγωμένο κόσμο των Αγίων & των Μαρτύρων, αλλά στη χωρίς σύνορα θολούρα των χαμογελαστών & διεφθαρμένων γραφειοκρατών.
Μια “αδελφότητα”, έτσι όπως την οραματίστηκε η αιματοβαμμένη Γαλλική Επανάσταση.
Το κείμενο της εγκυκλίου αφαίμαξε την ενσυναίσθηση, αφόπλισε κάθε άμυνα, βάφτισε τον ξένο μέσα σε σιρόπι και θεωρία.
Δεν υπάρχουν πια έθνη & λαοί, μόνο «γείτονες» που απλώνονταν σε ερήμους & ωκεανούς. Εθνική Κυριαρχία; Μια αίρεση. Ταυτότητα; Μια ενοχλητική ταλαιπωρία.
Ο πόλεμος ήταν αμαρτία, η ιεραρχία ήταν αμαρτία, ο καπιταλισμός ήταν αμαρτία – αλλά η αραίωση του ιερού; Αυτό ήταν έλεος.
Ο Πάπας Φραγκίσκος μουρμούρισε τις λέξεις ενότητα & ένωση και έσβησε το όνομα κάθε λαού που κάποτε είχε γονατίσει μπροστά στους σταυρούς που είχαν χαράξει οι πρόγονοί του. Αυτό το ονόμασε “αδελφοσύνη”, αλλά βρωμούσε προδοσία & παράδοση.

Η λαθρομετανάστευση έγινε η νέα σταυροφορία του.
Περιέγραψε τα τείχη ως αντιχριστιανικά.
Ωστόσο, το Βατικανό είναι περικυκλωμένο από αυτά. Οι πύλες του Παραδείσου εξακολουθούν να παραμένουν κλειστές για τους ακάθαρτους & τους βέβηλους.
Μήπως αυτές οι διδασκαλίες προορίζονταν για μεταφορές τώρα; Τα σύνορα δεν ήταν πλέον ιερά; Έπλυνε τα πόδια των λαθρομεταναστών, αλλά ποτέ των ξεχασμένων, καταφρονημένων πιστών.
Οι τιμωρίες του έπεσαν στα δυτικά έθνη ─ σε εκείνα που κάποτε έχτισαν τους καθεδρικούς ναούς που αυτός κληρονόμησε. Συντάχθηκε με τις δυνάμεις που αποσυνθέτουν την Ευρώπη.
Εκεί που άλλοι έβλεπαν εισβολή, εκείνος φαντασιώνονταν προσκύνημα. Εκεί που άλλοι προειδοποιούσαν για επερχόμενη ανομία & χάος, εκείνος επαινούσε τη λαχτάρα. Αυτό ήταν το δόγμα του οικουμενισμού, απογυμνωμένο από την επερχόμενη κρίση. Η διάκριση εγκαταλείφθηκε, το χάος αγκαλιάστηκε.

Χαμογελούσε στους άνδρες που φορούσαν κραγιόν & δαντέλες, τους υποδέχτηκε όχι ως αμαρτωλούς που αναζητούσαν τη λύτρωση αλλά ως παρεξηγημένους προφήτες μιας νέας «συμπεριληπτικότητας». Ο Πάπας Φραγκίσκος — ο οποίος κάποτε ρώτησε: «Ποιος είμαι εγώ για να τους κρίνω;» — έγινε ο εξομολογητής του εκφυλισμένου, παρηκμασμένου σύγχρονου κόσμου — αντί να ακούει τις αμαρτίες του, για να τις διαγράψει. Υπό τη σκιά της βασιλεία του, οι γάμοι των ομoφυλόφιλων ζευγαριών επαινέθηκαν & εξυμνήθηκαν, δεν έγιναν απλώς έγιναν ανεκτοί, και ο ιερός θεσμός του γάμου υποβιβάστηκε σαν μια θολή, βαρετή γραφειοκρατική αναγνώριση κάποιων επιπόλαιων συναισθημάτων.
Συναντήθηκε με τους τρανσέξουαλ & τους τραβεστί της πιάτσας, ευλόγησε τα ταξίδια τους και με κάθε άσεμνη χειρονομία τους, υπονομεύοντας τον παλιό πέτρινο βωμό. Η κατήχηση του μιλούσε ακόμα για αταξία, όμως ο τόνος των λόγων του, απαλός & εύσπλαχνος, ήταν ο τόνος του “μαγικού αυλού” ενός βοσκού που οδηγούσε τα πρόβατά του κατευθείαν στην ομιχλώδη παρακμή & τον ξεπεσμό.
Στο διαδίκτυο, οι “Followers” του πολλαπλασιάστηκαν σαν την μούχλα που αναπτύσσεται στην κρύπτη του καθεδρικού ναού.
Τα μιμίδια χαιρέτισαν την παπική καλοσύνη, την παπική ταπεινοφροσύνη, τα παπικά τιτιβίσματα (tweets). Έγινε μια φίρμα, ένας “προοδευτικός” & “εξελιγμένος” ποντίφικας με φανταχτερά συνθήματα.
Τίμησε την Γκρέτα Τούνμπεργκ σαν αγία. Το μυστήριο παραχώρησε τη θέση του στο θέαμα. Η ψηφιακή “θεία λειτουργία” αντικατέστησε την αρχαία.
Τα hashtags αντικατέστησαν το θυμίαμα.
Έγινε “μοδάτος” & “very trendy” για να κάμψει, να παραμερίσει το δόγμα.
Ο αλγόριθμος τον αγίασε. Οι κάμερες τον ερωτεύτηκαν. Οι άθεοι υποδέχτηκαν τα λόγια του με χαρά & αγαλλίαση. Αμφισβήτησε το δόγμα αλλά ποτέ την ιδεολογία.
Όταν μιλούσε για τον Διάβολο, τον ονόμαζε ρατσισμό, σεξισμό, καπιταλισμό – ποτέ όμως σαπίλα που σέρνεται κάτω από τα ράσα της Εκκλησίας.
Όταν ένας Πάπας αγκαλιάζει τον κόσμο, η Εκκλησία γίνεται η μαριονέτα του. Αυτή την κληρονομιά άφησε στους Καρδινάλιους που θα τον κληρονομήσουν.
Διακήρυξε την ενσωμάτωση, ενώ απέρριψε το ευαγγέλιο.
Ο παπισμός του κατέληξε στην προδοσία της παράδοσης.
Οι ρίζες κόπηκαν ριζοσπαστικά.
Η πανοπλία έφυγε.
Το σπαθί σκουριάστηκε.
Η φλόγα έσβησε.
Προσέφερε συγγνώμες και συμβιβασμούς. Ενώ θρηνούσε για τον άνεμο, ο καθεδρικός ναός κατέρρεε.
Τώρα που έφυγε, το σύννεφο της σκόνης της κατάρρευσης υψώνεται ακόμα — αβέβαιο & βαρύ.
Ο θρόνος παραμένει κατειλημμένος από τους κληρονόμους του αλλά έχει πια βεβηλωθεί. Η Εκκλησία πρέπει να ξυπνήσει από το παραλήρημα & τον λήθαργο. Πρέπει να θυμηθεί ότι η αγάπη που αποσπάται από την αλήθεια είναι προδοσία.
Και όσοι εξακολουθούν να πιστεύουν ακόμη στον Χριστό, πρέπει να σηκώσουν ξανά το λάβαρο — αντιμετωπίζοντας τον κόσμο σθεναρά, όχι όπως απαιτεί αυτός να τον βλέπουν, αλλά όπως πεινά & διψά για σωτηρία...
Σχόλια